Ο επιπολασμός του σακχαρώδους διαβήτη αυξάνεται. Κατά συνέπεια, ο επιπολασμός της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας και της απειλητικής για την όραση διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας αυξάνεται.

Τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 θα πρέπει να κάνουν ετήσιους προληπτικούς ελέγχους για διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια αρχίζοντας 5 χρόνια μετά την έναρξη της νόσου τους, ενώ τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 θα πρέπει να υποβάλλονται σε έγκαιρο έλεγχο τη στιγμή της διάγνωσης και τουλάχιστον ετησίως στη συνέχεια.

Η διατήρηση του ελέγχου της γλυκόζης και της αρτηριακής πίεσης μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης και/ή εξέλιξης της αμφιβληστροειδοπάθειας, επομένως οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τη σημασία της διατήρησης καλών επιπέδων γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης και αρτηριακής πίεσης. Οι γυναίκες με διαβήτη που μένουν έγκυες, θα πρέπει να εξετάζονται έγκαιρα και προσεκτικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης γιατί η ασθένεια μπορεί να εξελιχθεί γρήγορα.

  • Οι anti-VEGF παράγοντες (αντι-αγγειογενετικοί ενδοθηλιακοί αυξητικοί παράγοντες) είναι αποτελεσματικοί στη θεραπεία του διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας που εμπλέκεται το κέντρο της ωχράς με απώλεια όρασης.
  • H επέμβαση φωτοπηξία με laser παραμένει η προτιμώμενη θεραπεία για το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας που δεν εμπλέκεται στο κέντρο,  ενώ
  • η επέμβαση φωτοπηξία του μεγαλύτερου μέρους του αμφιβληστροειδούς (PRP) παραμένει η βασική θεραπεία για την παραγωγική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (PDR).

Το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας (DME) παραμένει η πιο σημαντική αιτία απώλειας όρασης σε ασθενείς με διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (DR).

 

Πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη PALADIN (Publ. Οphthalmology JAN. 2022) καταδεικνύει τριετή ασφάλεια & αποτελεσματικότητα του ενδουαλοειδικού εμφυτεύματος 0,19mg ακετονίδης φλουοκινολόνης στο διαβητικό οίδημα της ωχράς.

Η μελέτη συμμορφώθηκε με τις κατευθυντήριες γραμμές της Διακήρυξης του Ελσίνκι και τα έντυπα πρωτοκόλλου και συναίνεσης, τα οποία εγκρίθηκαν από την επιτροπή αναθεώρησης/επιτροπή δεοντολογίας κάθε ιδρύματος. Κάθε ασθενής παρείχε γραπτή ενημερωμένη συγκατάθεση.

Το εμφύτευμα FAc 0,19 mg σε ασθενείς με διαβητικό οίδημα ωχράς (Δ.Ο.Ω.- DME), παρείχε βελτιωμένα οπτικά αποτελέσματα και μειωμένο φόρτο θεραπείας σε σύγκριση με προηγούμενες θεραπείες, διατηρώντας παράλληλα ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας. Ενώ το DME θεωρείται συνήθως ως μια αγγειακή νόσος του αμφιβληστροειδούς που οδηγεί σε οίδημα του αμφιβληστροειδούς, υπάρχουν ενδείξεις ότι η χρόνια, χαμηλού βαθμού φλεγμονή προηγείται των αγγειακών αλλαγών και είναι το υποκείμενο συμβάν στην παθογένεση της DME. Η αναστολή του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα (VEGF), ο τρέχων στόχος των προτύπων θεραπειών φροντίδας DME, επηρεάζει το οίδημα του αμφιβληστροειδούς και τη νεοαγγείωση στη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, αλλά είναι μόνο μία από τις πολλές προ-φλεγμονώδεις κυτοκίνες που εμπλέκονται στην παθογένεση της DME.

Το φαρμακοκινητικό προφίλ δοσολογίας του εμφυτεύματος FAc 0,19 mg επιτρέπει αποτελεσματικότητα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του εμφυτεύματος 36 μηνών. Το εμφύτευμα FAc 0,19 mg (ILUVIEN®, Alimera Sciences, Alpharetta, USA) είναι μη βιοδιασπώμενο που απελευθερώνει δόσεις υπομικρογραμμαρίων κορτικοστεροειδούς στο υαλοειδές για έως και 36 μήνες.  Κλινικές μελέτες του εμφυτεύματος FAc 0,19 mg έχουν δείξει αποτελεσματικότητα αλλά και ασφάλεια στο DME. Η μελέτη PALADIN ήταν μια Φάση 4, μη τυχαιοποιημένη, ανοιχτή μελέτη παρατήρησης που διεξήχθη σε 36 μήνες σε 41 τοποθεσίες στις ΗΠΑ (202 μάτια σε 159 ασθενείς).

Η μηνιαία θεραπεία αντι-VEGF με το πρωτόκολλο της κλινικής έρευνας για τη Διαβητική Αμφιβληστροειδοπάθεια( DRCR net) έδειξε ότι έως και το 65,6% των ματιών με DME που υποβλήθηκαν σε θεραπεία εξακολουθούσαν να έχουν επίμονο DME στις 24 εβδομάδες. Αυτό υποδεικνύει ότι σε πολλές περιπτώσεις, η μονοθεραπεία με αντι-VEGF από μόνη της δεν αρκεί για την επίλυση των σημείων DME και υποδηλώνει ότι άλλοι παράγοντες εκτός του VEGF παίζουν στην παθογένεια της νόσου. Σε συνδυασμό με θεραπεία αντι-VEGF, τα κορτικοστεροειδή θα μπορούσαν να παρέχουν έναν ευρύτερο μηχανισμό δράσης. Σε αντίθεση με τις θεραπείες που δρουν αυστηρά μέσω της αναστολής του VEGF, τα κορτικοστεροειδή αναστέλλουν έναν αριθμό φλεγμονωδών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των VEGF και Ang2.

Tο εμφύτευμα FAc 0,19 mg εμφάνισε ευνοϊκές μειώσεις στη συχνότητα θεραπείας σε σύγκριση με δημοσιευμένες αναφορές άλλων θεραπειών DME. Έτσι, η θεραπεία με ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα 0,19 mg ακετονίδης φλουοκινολόνης είχε ως αποτέλεσμα 70,5% μείωση του φόρτου θεραπείας .Πριν από τη χορήγηση FAc, οι ασθενείς έλαβαν κατά μέσο όρο 3,4 θεραπείες DME ετησίως, ήτοι περίπου 10,2 θεραπείες σε διάστημα 3 ετών , ενώ στη μελέτη PALADIN σε διάμεσο 1,0 θεραπεία ετησίως τους 36 μήνες μετά την ένεση. Χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση της αυξημένης ΕΟΠ συνέβη στο 2,97% των ματιών. Μόνο το 1,49% των ασθενών υποβλήθηκαν σε επέμβαση λόγω αύξησης της ΕΟΠ σχετιζόμενη  με το στεροειδές, με τις υπόλοιπες περιπτώσεις αύξησης της ΕΟΠ να αποδίδονται κυρίως σε νεοαγγειακό γλαύκωμα.

Τα 3ετή αποτελέσματα της μελέτης PALADIN καταδεικνύουν την ικανότητα της ILUVIEN να βελτιώνει με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα την οπτική οξύτητα και την ανατομία του αμφιβληστροειδούς, ενώ παράλληλα μειώνει την επανεμφάνιση του οιδήματος, με μειωμένη επιβάρυνση θεραπείας στους  ασθενείς με διαβητικό οίδημα ωχράς κηλίδας (DMO). Έτσι το προφίλ οφέλους-κινδύνου του εμφυτεύματος FAc 0,19 mg παραμένει θετικό για μακροχρόνια χρήση στο διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας .

 

Πηγή: A.A.O Ophthalmology Publ Jan 18, 2022

(Three-year safety and efficacy of the 0.19mg fluocinolone acetonide intravitreal implant for diabetic macular edema” M.Singer,MD…..V.Gonzalez MD)